Pages

Σάββατο 12 Νοεμβρίου 2022

ΟΔΗΓΟΣ ΜΕ ΒΑΣΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ ΓΙΑ ΝΕΟΥΣ ΑΝΑΚΡΙΤΙΚΟΥΣ ΚΑΙ ΜΗ ΥΠΑΛΛΗΛΟΥΣ


ΟΔΗΓΟΣ ΜΕ ΒΑΣΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ ΓΙΑ ΝΕΟΥΣ ΑΝΑΚΡΙΤΙΚΟΥΣ ΚΑΙ ΜΗ ΥΠΑΛΛΗΛΟΥΣ

Κάθε χρόνο περίπου τέτοια εποχή έχουμε τις τοποθετήσεις των νεοεξερχόμενων αστυφυλάκων οι οποίοι κατά κύριο λόγο αναλαμβάνουν χρέη αξιωματικού υπηρεσίας όντας ανακριτικοί υπάλληλοι. Παρακάτω θα αναλύσω κάποιες βασικές και χρήσιμες έννοιες τις οποίες συναντάμε σχεδόν σε κάθε υπηρεσία.

Πρώτα από όλα να ξεκαθαρίσουμε ότι έχουμε τα αυτεπάγγελτα και τα κατ' έγκληση διωκόμενα εγκλήματα. Η βασική διαφορά ανάμεσα τους είναι ότι στα μεν αυτεπάγγελτα εγκλήματα που αποτελούν τον κανόνα, η ποινική δίωξη κινείται αυτεπάγγελτα, ύστερα από αναφορά, μήνυση ή άλλη είδηση διάπραξης αξιόποινης πράξης κατ΄άρθρο 36 Κ.Ποιν.Δικ., στα δε κατ' έγκληση εγκλήματα κατ' εξαίρεση η ποινική δίωξη κινείται μόνο με έγκληση του παθόντος και μάλιστα μόνο στις περιπτώσεις που ορίζονται ρητά στον ποινικό κώδικα ή σε άλλους νόμους κατ'άρθρο 50 παρ. 1 Κ.Ποιν.Δικ.

Με απλά λόγια στα κατ΄έγκληση διωκόμενα εγκλήματα εάν δεν θέλει αυτός που αδικήθηκε να ζητήσει την τιμωρία του δράστη η Εισαγγελική αρχή δεν έχει το δικαίωμα να κινήσει την ποινική δίωξη της πράξης. Αν θέλει όμως ο παθών να εγκαλέσει για κατ'έγκληση διωκόμενο έγκλημα τότε η έγκληση σύμφωνα με το άρθρο 117 παρ. 1 Π.Κ θα πρέπει να υποβληθεί μέσα σε τρείς μήνες από τότε που ο παθών έλαβε γνώση της πράξης που τελέστηκε και του προσώπου που την τέλεσε ή ενός από τους συμμέτοχους της πράξης, διαφορετικά επέρχεται εξάλειψη του αξιόποινου της πράξης.

ΕΓΚΛΗΣΗ

  1. Έγκληση είναι η μήνυση που υποβάλλεται από τον ίδιο τον παθόντα, ανεξαρτήτως αν το αδίκημα (έγκλημα) διώκεται αυτεπάγγελτα, ή κατ έγκληση του παθόντος, ενώ μήνυση είναι η καταγγελία που γίνεται προς τις αρμόδιες Αρχές από τρίτο πρόσωπο εκτός του παθόντος και αφορά αυτεπάγγελτα διωκόμενο έγκλημα. Τα εγκλήματα που διώκονται με έγκληση τα ορίζει ο νόμος. Όσα δεν ορίζει ως τέτοια διώκονται αυτεπάγγελτα.
  2. Σύμφωνα με τα άρθρα 114 έως 117 του Ποινικού Κώδικα, η έγκληση για την ποινική δίωξη κάποιας αξιόποινης πράξης πρέπει να υποβληθεί από τον αμέσως παθόντα από την αξιόποινη πράξη, μέσα σε τρεις μήνες από την ημέρα που ο άμεσα παθών έμαθε για την τέλεση της πράξης και για τον δράστη της ή για έναν από τους συμμετέχοντες, αλλιώς το αξιόποινο εξαλείφεται. Το ίδιο αποτέλεσμα συνεπάγεται και η ρητή δήλωση του δικαιούχου της έγκλησης ενώπιον της αρμόδιας αρχής, ότι παραιτείται από το δικαίωμα της έγκλησης.
  3. Αν δύο ή περισσότεροι έχουν δικαίωμα έγκλησης, το δικαίωμα του καθενός είναι αυτοτελές. Η ποινική δίωξη ασκείται εναντίον όλων των συμμετεχόντων του εγκλήματος ακόμη και αν η έγκληση που υποβλήθηκε στρέφεται εναντίον ενός από αυτούς. Μετά τον θάνατο του παθόντος το δικαίωμα της έγκλησης μεταβιβάζεται στον επιζώντα σύζυγο, ή σε αυτόν που συμβίωνε με τον θανόντα έως τον θάνατό του καθώς και στα τέκνα του, και αν αυτοί δεν υπάρχουν ή είναι δράστες του εγκλήματος, στους γονείς του.
  4. Αν ο παθών δεν έχει συμπληρώσει το δέκατο τρίτο έτος της ηλικίας του, ή τελεί υπό δικαστική συμπαράσταση, το δικαίωμα της έγκλησης έχει ο νόμιμος αντιπρόσωπός του. Αν ο παθών έχει συμπληρώσει το δέκατο τρίτο έτος της ηλικίας του, το δικαίωμα της έγκλησης έχουν, τόσο ο παθών, όσο και ο νόμιμος αντιπρόσωπός του, και μετά τη συμπλήρωση του δέκατου όγδοου έτους της ηλικίας του το δικαίωμα αυτό το έχει μόνο ο παθών.
  5. Αυτός που υπέβαλε την έγκληση μπορεί να την ανακαλέσει με τους όρους που ορίζει ο ΚΠΔ. Μετά την ανάκληση της έγκλησης που υποβλήθηκε δεν μπορεί να υποβληθεί νέα. Η ανάκληση που έγινε για έναν από τους συμμετέχοντες της πράξης έχει ως συνέπεια την παύση της ποινικής δίωξης και των υπολοίπων, εφόσον και αυτοί διώκονται με έγκληση. Αν η έγκληση έχει υποβληθεί από τον νόμιμο εκπρόσωπο του παθόντος, αυτός διατηρεί το δικαίωμα της ανάκλησης μόνο όσο διαρκεί η νόμιμη εκπροσώπηση. Μετά τη λήξη της, δικαίωμα ανάκλησης έχει ο παθών ή ο νέος νόμιμος εκπρόσωπός του. Η ανάκληση δεν έχει κανένα αποτέλεσμα για τον κατηγορούμενο που δηλώνει προς την αρχή ότι δεν την αποδέχεται.
  6. με έγκληση διώκονται τα παρακάτω εγκλήματα: Άρθρο 308 ΠΚ=Σωματική κάκωση ή βλάβη της υγείας, 
Άρθρο 314 ΠΚ=Σωματική κάκωση ή βλάβη της υγείας από αμέλεια, 
Άρθρο 331 ΠΚ=Αυτοδικία, 
Άρθρο 333 ΠΚ=Απειλή, 
Άρθρο 334 ΠΚ=Διατάραξη οικιακής ειρήνης, 
Άρθρο 337 ΠΚ=Προσβολή γενετήσιας αξιοπρέπειας, 
Άρθρο 353 ΠΚ=Προσβολή γενετήσιας ευπρέπειας, 
Άρθρο 358 ΠΚ= Παραβίαση της υποχρέωσης διατροφής, 
Άρθρο 359 ΠΚ= Εγκατάλειψη εγκύου
, Άρθρο 361 ΠΚ=Εξύβριση, 
Άρθρο 362 ΠΚ= Δυσφήμηση, 
Άρθρο 363 ΠΚ= Συκοφαντική Δυσφήμηση
, Άρθρο 365 ΠΚ=Προσβολή μνήμης νεκρού, 
Άρθρο 370 ΠΚ= Παραβίαση απορρήτου εγγράφων, 
Άρθρο 370 Β ΠΚ= Παραβίαση προγραμμάτων-στοιχείων ηλεκτρονικών υπολογιστών, 
Άρθρο 370 Γ ΠΚ= Παραβίαση προγραμμάτων-στοιχείων ηλεκτρονικών υπολογιστών, 
Άρθρο 371 ΠΚ=Παραβίαση επαγγελματικής εχεμύθειας
, Άρθρο 374 Α ΠΚ= Αυθαίρετη χρήση μεταφορικού μέσου, 
Άρθρο 375 παρ. 1 και 2 ΠΚ= Υπεξαίρεση, 
Άρθρο 377 ΠΚ= Κλοπή και υπεξαίρεση μικρής αξίας, 
Άρθρο 378 παρ. 1 εδ. β ΠΚ= Φθορά ξένου πράγματος μικρής αξίας ή ζημίας ελαφράς, 
Άρθρο 386 παρ. 1 ΠΚ= Απάτη (Όταν η απάτη στρέφεται κατά του Ελληνικού Δημοσίου, ΝΠΔΔ και ΟΤΑ και η ζημιά που προκλήθηκε υπερβαίνει το ποσό των 120.000 ευρώ διώκεται αυτεπάγγελτα (άρθρο 386 παρ. 2). Αν η ζημία που προκλήθηκε είναι μικρής αξίας, το δικαστήριο μπορεί να κρίνει την πράξη ατιμώρητη, Άρθρο 389 ΠΚ= Απατηλή πρόκληση βλάβης, 
Άρθρο 390 παρ. 1 εδ. α ΠΚ= Απιστία (Αν η ζημία που προκλήθηκε υπερβαίνει συνολικά τα 120.000 ευρώ, ή η απιστία στρέφεται άμεσα κατά του Ελληνικού Δημοσίου, ΝΠΔΔ, ΟΤΑ και η ζημία που προκλήθηκε υπερβαίνει συνολικά τα 120.000 ευρώ η πράξη διώκεται αυτεπάγγελτα(άρθρο 390 παρ.1 εδ. β και παρ.2), Άρθρο 394 ΠΚ= Αποδοχή και διάθεση προϊόντων εγκλήματος, 
Άρθρο 397 ΠΚ= Καταδολίευση δανειστών, 
Άρθρο 404 ΠΚ= Τοκογλυφία
  7. Των άρθρων 372 (Κλοπή), 374 παρ. 1 (Διακεκριμένες περιπτώσεις κλοπής) και 378 παρ. 1 εδαφ. α΄ (Φθορά ξένου πράγματος με ανέφικτη χρήση, ή ιδιαιτέρας μεγάλης αξίας) η ποινική δίωξη ασκείται αυτεπαγγέλτως, ο εισαγγελέας όμως με διάταξή του απέχει από την ποινική δίωξη αν ο παθών δηλώσει ότι δεν επιθυμεί την ποινική δίωξη του δράστη. Αν η δήλωση υποβληθεί μετά την άσκηση ποινικής δίωξης, το δικαστήριο παύει οριστικά αυτήν.

ΑΥΤΟΦΩΡΟ

Ειδική μνεία πρέπει να γίνει στα αυτόφωρα εγκλήματα. Αυτόφωρο είναι το έγκλημα του οποίου ο δράστης καταλαμβάνεται την ώρα που το τελεί, δηλ. «εν τω πράττεσθαι». Επίσης υπάρχει αυτόφωρο έγκλημα, όταν ο δράστης καταδιώκεται αμέσως μετά την πράξη από τη δημόσια δύναμη ή από τον παθόντα ή με δημόσια κραυγή. Ακόμη όταν συλλαμβάνεται σε χρόνο πολύ κοντινό στην αξιόποινη πράξη με αντικείμενα ή ίχνη από τα οποία συνάγεται η διάπραξη του εγκλήματος. Τα εγκλήματα που τελούνται από ανηλίκους δεν δικάζονται ως αυτόφωρα.(βλέπε 242ΚΠΔ)

Δεν θεωρείται αυτόφωρο το έγκλημα, αν πέρασε όλη η επόμενη ημέρα από την τέλεση της πράξης. Αυτό σημαίνει ότι για να έχουμε αυτόφωρο δεν πρέπει να παρέλθει διάστημα άνω των 47 ωρών 59 λεπτών(αυτό είναι το μέγιστο). Με άλλα λόγια, κατά την κρατούσα νομική άποψη, δεν υπάρχει έγκλημα διωκόμενο κατά την αυτόφωρη διαδικασία αν έχουν παρέλθει τα μεσάνυχτα (24:00) της επομένης ημέρας. Π.χ. Αν ένα έγκλημα διαπραχθεί ημέρα Δευτέρα στις 10:00, θεωρείται αυτόφωρο έως και την ημέρα Τρίτη στις 24:00!

Ορισμένες λεπτομέρειες για τα αυτόφωρα εγκλήματα:

1) Σύλληψη χωρίς δικαστικό ένταλμα σύλληψης. Στην περίπτωση του αυτοφώρου (275 ΚΠΔ), δηλαδή, παρακάμπτονται οι συνταγματικές αρχές (Σ.5 παρ.3 και 6 παρ.1) καθώς εισάγεται εξαίρεση από το κανόνα της ποινικής δικονομίας περί σύλληψης ύστερα από δικαστικό ένταλμα (276παρ.1 ΚΠΔ).

2)Διεξαγωγή χωρίς εισαγγελική παραγγελία προανάκρισης από τους αρμόδιους ανακριτικούς υπαλλήλους του 31 ΚΠΔ κατά 245 παρ.2 ΚΠΔ.

3)Η υπόθεση μπορεί να εισαχθεί χωρίς προδικασία, απευθείας στο αρμόδιο δικαστήριο. Δηλαδή η εισαγωγή της υπόθεσης προς εκδίκαση γίνεται με "συνοπτική" διαδικασία.

4)Οι ανακριτικοί και γενικότερα οι αστυνομικοί υπάλληλοι έχουν υποχρέωση να συλλάβουν τον δράστη ενώ οι πολίτες έχουν αντίστοιχο δικαίωμα σύλληψης (275 ΚΠΔ). Αυτό δεν ισχύει στα κατ' έγκληση διωκόμενα εγκλήματα, εκτός και αν έχει προηγηθεί έστω και προφορική έγκληση σε εκείνον που έχει δικαίωμα να συλλάβει το δράστη.

Τέλος τα δικαιώματα του συλληφθέντος κατά τη διάρκεια της προανάκρισης είναι τα εξής:

α)Δικαίωμα ενημέρωσης(95 ΚΠΔ), αναφορικά με το δικαίωμα παράστασης με συνήγορο, ενημέρωση σχετικά με την κατηγορία, κ.ά.

β)Χορήγηση εγγράφου περί των δικαιωμάτων(96 ΚΠΔ).

γ)Δικαίωμα ενημέρωσης προσώπου της επιλογής του κατηγορουμένου σε περίπτωση στέρησης της ελευθερίας(97 ΚΠΔ).

δ)Ο εξεταζόμενος έχει το δικαίωμα πρόσβασης σε δικηγόρο χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση και σε κάθε περίπτωση προτού εξεταστεί από την αστυνομία ή άλλη αρχή επιβολής του νόμου ή δικαστική αρχή.(105, 99 παρ.4 ΚΠΔ)

ε)Χορήγηση αντιγράφων δικογραφίας(100 ΚΠΔ) Δίνεται, δηλαδή το δικαίωμα στον κατηγορούμενο και στον συνήγορο του να μελετήσει τα έγγραφα της ανάκρισης,

κατόπιν γραπτής αίτησης του κατηγορουμένου και με δαπάνη του χορηγούνται σε αυτόν.

στ)Να σημειωθεί ότι ο ύποπτος ή ο κατηγορούμενος έχουν δικαίωμα σιωπής και μη αυτοενοχοποίησης.(104 ΚΠΔ)


ΣΩΚΛΑΣ Χρήστος

Αντιπρόσωπος Ε.ΑΣ.Υ.Α. στην Π.Ο.ΑΣ.Υ. , πτυχιούχος Νομικής Σχολής Αθηνών

Μέλος Δ.Ε.Κ.Α.